ἔλεγξε

ἔλεγξε
ἐλέγχω
disgrace
aor ind act 3rd sg (homeric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • χρειαζούμενος — η, ο, Ν 1. χρήσιμος, αναγκαίος 2. (το ουδ. πληθ. μτχ. ενεστ. ως ουσ.) τα χρειαζούμενα α) τα απαραίτητα για την επιτέλεση ενός έργου («προτού φύγεις έλεγξε αν έχεις πάρει μαζί σου όλα τα χρειαζούμενα») β) τα αναγκαία για τον εξοπλισμό ενός σπιτιού …   Dictionary of Greek

  • Αλαμπέρ, Ζαν Λε Ρον Ντ΄- — (Jean Le Rond d’ Alembert, Παρίσι 1717 – 1783). Γάλλος μαθηματικός, φυσικός και φιλόσοφος. Νόθος γιος του στρατηγού Ντεστούς και της Μαντάμ ντε Τανσέν, εγκαταλείφθηκε αμέσως μετά τη γέννησή του στα σκαλοπάτια της εκκλησίας Σεν Ζαν Λε Ρον (από… …   Dictionary of Greek

  • Αλμπατένιους — (Al BattaniAlbatenius, ; – 929 μ.Χ.). Εκλατινισμένο όνομα ενός από τους πιο φημισμένους Άραβες αστρονόμους, που έδρασε γύρω στο 900 μ.Χ. και έκανε παρατηρήσεις επί 40 έτη (878 918). Το έτος γέννησής του δεν είναι ακόμα γνωστό, αλλά προσδιορίζεται …   Dictionary of Greek

  • Ανανί — Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Σε πολλούς Συναξαριστές και σε διάφορα μηνιαία έντυπα, φέρεται και ως Ανανίας. Προφήτης της Παλαιάς Διαθήκης, o οποίος φυλακίστηκε από τον βασιλιά του Ιούδα Ασά, επειδή τον έλεγξε για την απιστία του προς τον… …   Dictionary of Greek

  • Ανδρέας — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Προπάππους του Κλεισθένη από τη Σικυώνα. 2. Τύραννος της Σικυώνας. 3. Αθηναίος άρχοντας. 4. Γιος του ανδριαντοποιού Λύσιππου, ανδριαντοποιός και o ίδιος. 5. Μουσικός από την Κόρινθο. 6. Ιστορικός από την Πάνορμο της …   Dictionary of Greek

  • Ηρώδης — Όνομα Βασιλιάδων των Ιουδαίων. 1. Η. Α’ ο Μέγας (περ. 73 π.Χ. – 4 μ.Χ.). Βασιλιάς της Ιουδαίας. (37 π.Χ. – 4 μ.Χ.) Ήταν γιος του Αντίπατρου, που είχε εξιουδαϊστεί. Κατόρθωσε να κερδίσει την εύνοια του Αντωνίου, ο οποίος έπεισε τη ρωμαϊκή σύγκλητο …   Dictionary of Greek

  • Νάθαν — Βιβλικό πρόσωπο. Ήταν προφήτης σύγχρονος του Δαβίδ και του Σολομώντα. Έλεγξε με δριμύτητα τον Δαβίδ (B’ Βασιλειών, β εξ.) και τον εμπόδισε, ως αμαρτωλό, να χτίσει εκκλησία στον Ιαβέ. Ο Ν. εξασφάλισε την άνοδο στο θρόνο του Σολομώντα. Η μνήμη του… …   Dictionary of Greek

  • κατάστιχο — το λογιστικό βιβλίο, βιβλίο όπου καταγράφονται οι λογαριασμοί: Έλεγξε όλα τα κατάστιχα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”